Για να μην κλαίει το ρούχο για κορμί και το κορμί για ρούχο

Κάνε ban στον όρο “στολή” όταν μιλάμε για τις παραδοσιακές φορεσιές

Με αφορμή την κηδεία του σπουδαίου Θρακιώτη τραγουδιστή και δάσκαλου Χρόνη Αηδονίδη, άνοιξε (για άλλη μία φορά) ένας κύκλος συζήτησης για τις παραδοσιακές φορεσιές. Όχι, ο Χρόνης Αηδονίδης δεν ασχολούταν (τουλάχιστον όχι επισταμένα) με την παραδοσιακή φορεσιά της Θράκης, αφού είχε επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στη σπουδή του παραδοσιακού τραγουδιού.

Όμως, από την άλλη πλευρά είναι κάπως “φούστα-μπλούζα” το να σκέφτεσαι πλουμιστά φουστάνια και πολύχρωμες μαντήλες όταν ακούς δημοτικά τραγούδια – και του Αηδονίδη συμπεριλαμβανομένων. Κι αυτή είναι μια συνήθεια που εγκαθιδρύθηκε περίπου στη δεκαετία του 1980 όταν οι χοροί και τα τραγούδια άρχισαν να εγκαταλείπουν σταδιακά τα χοροστάσια και να περνούν στις σκηνές όπου χορευτές και χορεύτριες επιδίδονταν σε διάφορα σκέρτσα και σιγά – σιγά το “ιχου-χου” πέρασε στη mainstream κουλτούρα. Κι έτσι, αν ανατρέξουμε σε κείνα τα χρόνια θα βρούμε πολλά ντοκουμέντα φωτογραφικά και βιντεογραφημένα με χορευτικές ομάδες που τα μέλη τους είναι περίπου overdressed, αλλά όμως τύπου φασόν με έντονα χρώματα, πολλά στολίδια και τα ρούχα τους όντως μοιάζουν με “στολή” υπό την έννοια ότι είναι όλα ίδια και απλά έχουν αναφορές στον εκάστοτε τόπο καταγωγής.

Παρά ταύτα – και ευτυχώς- στην πορεία των χρόνων υπήρξαν άνθρωποι που εμβάθυναν τις έρευνες τους πάνω στην ελληνική παράδοση και ανέδειξαν την παραδοσιακή φορεσιά σε μέρος αυτής αποδίδοντας της χαρακτηριστικά ζώντος κειμηλίου, την ξαναέβαλαν στους αργαλειούς, αποκρυπτογράφησαν τα επίραπτα μηνύματα και η mainstream κουλτούρα του φασόν έδωσε τη θέση της σε εμφανίσεις περισσότερο προσεγμένες με σαφέστερες αναφορές στους τόπους καταγωγής των ρούχων και εν τέλει πολύ πιο κοντά σε αυτό που λέμε “αυθεντικό”.

Όλες αυτές οι εν πολλοίς αξιέπαινες έρευνες αποκάλυψαν λοιπόν ένα σύμπλεγμα ενδυματολογικών κωδίκων που μπορεί να διαφοροποιούνται από τόπο σε τόπο, όμως εδράζονται σε κοινούς άξονες. Έτσι, έχουμε άλλα ρούχα για τις νύφες, άλλα για τους γαμπρούς, άλλα για τις ελεύθερες κοπέλες, άλλα για τις χήρες, άλλα είναι τα “γιορτινά”, άλλα είναι τα καθημερινά, άλλα τα καλοκαιρινά, άλλα τα χειμερινά κ.ο.κ. Δυστυχώς για κάποιους οι παρεκκλίσεις μεταξύ των αξόνων δεν επιτρέπονται σχεδόν ποτέ και όποτε αυτό συμβαίνει το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι περίπου ανορθόδοξο και ενίοτε έως και γκροτέσκ.

Πέραν τούτου βέβαια, υπάρχουν και οι εν γένει αξιακοί κώδικες της κοινωνικής ζωής που όσα χρόνια κι αν περάσουν παραμένουν σταθεροί, όπως για παράδειγμα οι ενδυματολογικές επιταγές μιας τελετής (θρησκευτικής ή/και όχι), η είσοδος σε χώρους λατρείας, οι ενδυματολογικές επιλογές ανάλογα με την ηλικία κ.α.

Και τέλος υπάρχει και μία άποψη – την οποία ασπάζεται και ο γράφων – που λέει ότι η ένδυση μιας παραδοσιακής φορεσιάς πρέπει πλέον να αποτελεί συνισταμένη όλων των προαναφερθέντων παραγόντων, εφόσον θέλουμε να αποτελεί – έστω και περιστασιακά- μέρος της ζώσας πραγματικότητας. Σε διαφορετική περίπτωση, ανάγεται σε μουσειακό είδος και ως εκ τούτου η θέση της είναι πίσω από προθήκες και όχι στην ενεργή πραγματικότητα.