Η απρέπεια του Κυριάκου Μητσοτάκη

Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε κατά κράτος στις δύο πρόσφατες εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις, είναι προφανώς αληθές, όπως άλλωστε και η ήττα του στις αντίστοιχες εκλογές του 2019. Και η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την ηγεσία του κόμματος, εν πολλοίς αναμενόμενη και από κάποιους “σκληροπυρηνικούς” του Συνασπισμού ίσως να ήταν και απαιτητή. Για ορισμένους ίσως κακοπροαίρετους μπορεί η απόφαση αυτή να συνιστά απόδραση και αποφυγή ευθυνών.

Όποια εξήγηση και αν δίνει ή υιοθετεί κανείς/μία για την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα, αυτή δεν παύει να συνιστά ένα ορόσημο στη διαδρομή του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και στην πολιτική ιστορική διαδρομή της Ελλάδας αν και κατά βάση δεν είναι τόσο “φαντεζί” όσο επιχειρείται να παρουσιαστεί καθώς δεν είναι ο μοναδικός πολιτικός αρχηγός που παραιτείται συνεπεία ενός κακού (ή πολύ κακού) εκλογικού αποτελέσματος. Λίγη σκέψη ή ένα απλό googlάρισμα είναι αρκετό για να θυμηθεί όποιος έχει τυχόν ξεχάσει πόσα αρχηγικά πουκάμισα άλλαξαν η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ. Και, που παρά τις αλλαγές δεν έπαψαν να υπάρχουν στο εγχώριο πολιτικό προσκήνιο, ούτε απεμπόλησαν το δικαίωμα τους να επιχειρούν ανασύνταξη, αναπροσαρμογή και επανπροσδιορισμό των στόχων τους.

Όμως, κανένα από τα “αρχηγικά πουκάμισα” που κατέστησαν μη φορέσιμα πια, δεν ποδοπατήθηκαν τόσο, όσο αυτό του Αλέξη Τσίπρα. Και, αν όχι κανένας, ελάχιστοί πολιτικοί αρχηγοί (και πρωθυπουργοί) στάθηκαν τόσο απρεπώς απέναντι σε κρίσεις άλλων πολιτικών φορέων και σχηματισμών, όσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που σχολίασε την εξέλιξη ως εξής:

Θεωρώ πως ήταν μία αναμενόμενη απόφαση μετά από τρεις συντριπτικές ήττες που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας προσωπικά σε εθνικές εκλογές.

Θεωρώ ότι με την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα κλείνει ένας κύκλος για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν ένα κόμμα που τα τελευταία χρόνια, και στην κυβέρνηση αλλά και στην αντιπολίτευση, ταυτίστηκε με την τοξικότητα, με τον διχαστικό λόγο και την εκκωφαντική αναποτελεσματικότητα όταν τελικά κλήθηκε να διαχειριστεί τις τύχες του τόπου.

Τα κόμματα πρέπει να ενώνουν τους πολίτες, και πρέπει να προτείνουν λογικές, κοστολογημένες και εφαρμόσιμες λύσεις για τα προβλήματα των πολιτών. Σε αυτό τον δρόμο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πορεύθηκε ποτέ. Ελπίζω να τον βρει. Του το εύχομαι ειλικρινά”

Δεν μπορώ να ξέρω αν η δήλωση αυτή έγινε άνευ παρέμβασης λογογράφου καθ’ότι ο πρωθυπουργός πιάστηκε κάπως εξαπίνης, όντας στο εξωτερικό όταν του ζητήθηκε το σχόλιο επί της παραίτησης Τσίπρα, αλλά σε κάθε περίπτωση αυτές οι 110 λέξεις απάδουν πολιτικού πολιτισμού, ενώ βρίθουν πολιτικού οπαδισμού και υφέρπουσας κομπορρημοσύνης σε βαθμό υπερθετικό.

Αυτή η δήλωση είναι προσβλητική τόσο για τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, όσο όμως και για τους ανθρώπους που του εμπιστεύτηκαν την ψήφο τους και επί των οποίων άρχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Κυρίως όμως περιέχει μία φράση σχεδόν κοροϊδευτική: “Τα κόμματα πρέπει να ενώνουν τους πολίτες” είπε ο πρωθυπουργός στην κατακλείδα αυτής της δήλωσης που στο σύνολό της υπηρετεί επακριβώς ένα αφήγημα διχασμού, ακυρωτισμού και μνησικακίας.

Όλα αυτά βέβαια, δεν ακυρώνουν την επικράτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογικές αναμετρήσεις του ’19 και του ’23, όμως καθιστούν το όνομά της περίπου επιφατικό.