Search
Close this search box.
Τρεις μαρτυρίες από το βράδι των Ιμίων : Η ψυχή μου έτρεμε αλλά δεν λύγισα στιγμή

Η 31 Ιανουαρίου 1996 συνιστά από μόνη της ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Το βράδι της 30ης προς 31 Ιανουαρίου 1996 η Ελλάδα και η Τουρκία βρέθηκαν πιο κοντά από ποτέ σε πολεμική σύρραξη καθώς αμφότερες οι χώρες είχαν παρατάξει τα στρατεύματά τους σε θέσεις μάχης.

Το πλαίσιο λίγο – πολύ γνωστό. Ανήμερα των Χριστουγέννων του 1995 το τουρκικό πλοίο Φιγκέν Ακάτ προσαράζει στα αβαθή της ανατολικής Ίμια και έτσι ξεκινούν όλα. Ο Τούρκος πλοίαρχος δεν δέχεται ελληνική βοήθεια δηλώνοντας ότι βρίσκεται σε τουρκικά ύδατα και η αμφισβήτηση των βραχονησίδων “Ίμια” είναι πλέον γεγονός.

Οι επόμενες ημέρες είναι πυκνές σε επικαιρότητα και εξελίξεις. Ελληνικά ρυμουλκά οδηγούν το Φιγκέν Ακάτ στη Σμύρνη, ένα τουρκικό F-16 πέφτει στο Αιγαίο (αλλά ο πιλότος του σώζεται), ο τότε δήμαρχος Καρπάθου υψώνει την ελληνική σημαία στην Ίμια στις 26 Ιανουαρίου 1996, που θα την κατεβάσουν την επόμενη μέρα Τούρκοι δημοσιογράφοι βιντεοσκοπώντας μάλιστα την πράξη τους, για να την υποστείλει την μεθεπόμενη ημέρα το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό και να υψώσει ξανά την ελληνική.

Εν τω μεταξύ, ο άρρωστος Ανδρέας Παπανδρέου παραιτείται της πρωθυπουργίας της Ελλάδας και αναλαμβάνει ο Κώστας Σημίτης.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις κινούνται επί ξηρού ακμής και στα στρατόπεδα επικρατεί πλήρης επαγρύπνηση μέχρι εκείνο το ξημέρωμα εκείνης της 31ης Ιανουαρίου του 1996 που οι τόνοι έπεσαν με παρέμβαση της Αμερικής, αλλά όχι υπέρ της Ελλάδας.

Ο τότε υφΥπεξ των ΗΠΑ (που πλέον είναι νεκρός) Ρίτσαρντ Χόλμπρουν δηλώνει το περίφημο “Όχι πλοία, όχι στρατός, όχι σημαίες” στα Ίμια και έτσι θέτει τις βραχονησίδες σε καθεστώς γκρίζων ζωνών, το οποίο ισχύει έστω και άτυπα μέχρι σήμερα.

Οι φαντάροι περιγράφουν  

Σε όλα αυτά τα 25 χρόνια έχουν γίνει πολλά δημοσιογραφικά αφιερώματα στο περίφημο βράδι των Ιμίων και έχουν καταγραφεί πολλές μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα εκείνης της νύχτας. Σήμερα όμως, με την διείσδυση των social media στην καθημερινότητα μας, ακόμη περισσότεροι μοιράζονται τις ιστορίες τους και μάλιστα πρόκειται για ανθρώπους που δεν είχαν επιτελικό ρόλο, αλλά ήταν υπηρετούσαν ως απλοί φαντάροι σε διάφορες μονάδες του Έβρου και αλλού.

Μερικές από αυτές αλιεύσαμε και παραθέτουμε εδώ καθώς παρουσιάζουν ενδιαφέρον ως τεκμήρια μιας από τις σημαντικότερες νύχτες στην ελληνική ιστορία:

Μπήκε ο λοχαγός στο θάλαμο. Εμείς ήμασταν όλοι έτοιμοι. Ξαπλωμένοι ντυμένοι και με τις αρβύλες στα ποδια. Όλο το απόγευμα φορτωναμε τα εφόδια για τον πόλεμο. Παρότι κουρασμένος ύπνος δεν μ έπιασε. Είχα κλειστά τα μάτια και ευχόμουν να ξημερώσει γρήγορα. Στο μυαλό μου μόνο η γυναίκα και το παιδί.

Ανασηκωθηκα. Θυμάμαι τα λόγια του. Ήρθε η ώρα παιδιά. Φεύγουμε. Περνούσε ολη η ζωή από μπροστά μου Είπα μέσα μου ότι τελικά γι αυτό γεννήθηκα, για να πεθάνω για την πατριδα. Βγήκαμε αμιλητοι έξω και κατευθυνθηκαμε στον ορχο. Το παγωμένο χιόνι κι ο λυσασμενος άνεμος μου μαστιγωναν το κορμί και το προσωπο. Η ψυχή μου έτρεμε. Όμως δεν λύγισα στιγμή . Πολλοί κλαιγανε. Ανέβηκα στην καρότσα μαζί με 2 ακόμη. Περιμέναμε το σύνθημα για να φύγει η μονάδα. Γινόταν χαμός στους δρόμους . Αδειαζαν όλα τα στρατόπεδα. Ο ήχος απ τις ερπύστριες έμοιαζε να έρχεται από τα έγκατα της γης. Καταστρωναμε σχέδια επιβίωσης και αφού τα είπαμε και ορκιστηκαμε, αρχίσαμε να λέμε ιστορίες από την προτερη ζωή μας και να γελάμε. Ήμασταν νέοι. Επέστρεψα στο θάλαμο. Άρπαξα ένα ραδιόφωνακι και ξαναγύρισα στη θέση μου. Στις 3 και μισή το πρωί , την ώρα που το Αιγαίο έγινε η αγκαλιά για 3 ήρωες ξεκινήσαμε κι εμείς. Στις 6 και τέταρτο το πρωί είχαμε φτάσει στη χιονισμένη Νιψα. Καταλάβαμε ότι επιστρέφαμε. Ξημερωνε 31 Γενάρη του 96.

Δημήτρης Γκαϊδατζής

Εκείνη τη νύχτα φυσικά, κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει την πτώση του ελληνικού ελικοπτέρου ανοιχτά της Ίμια, που είχε παρασύρει στο θάνατο τρεις αξιωματικούς, τους: Χριστόδουλο Καραθανάση, Παναγιώτη Βλαχάκο και Έκτορα Γιαλοψό. Και αυτό το περιστατικό “περνάει” στις αφηγήσεις των τότε υπηρετούντων στον Ελληνικό Στρατό.

Ίμια 25 χρόνια μετά! Θυμάμαι ότι όσοι υπηρετούσαμε σε μονάδες δεν βλέπαμε τηλεόραση δεν ακούγαμε ειδήσεις, δεν είχαμε επαφή με τις οικογένειες μας. Τα κινητά και το διαδίκτυο δεν ήταν διαδεδομένα όπως σήμερα. Δεν ξέραμε λεπτομέρειες, τουλάχιστον εμείς οι τότε δόκιμοι και στρατιώτες.

Θυμάμαι ότι με ηθικό και πίστη κάναμε τη δουλειά που έπρεπε ακολουθώντας τις διαταγές και την ιεραρχία. Είμασταν έτοιμοι και δεν είχαμε τίποτα άλλο στο μυαλό μας παρά μόνο την αποστολή μας. Θυμάμαι ότι όσοι υπηρετούσαμε ένα είχαμε στο μυαλό μας να κάνουμε αυτό που πρέπει την ώρα που πρέπει και θυμάμαι έναν από τους πιο ατίθασους φαντάρους να κάνει εκείνες τις ώρες τη δουλειά που θα έκαναν τρεις χωρίς να πει κουβέντα και χωρίς διαμαρτυρία καμία. Θυμάμαι ότι όλοι θέλαμε την επίτευξη της αποστολής μας με απόλυτη επιτυχία και τις λιγότερες απώλειες. Οι μηδενικές ξέραμε ότι δεν ήταν εφικτό. Σήμερα θυμάμαι τα λόγια του υπολοχαγού που μας ενημέρωσε για τις απώλειες, τους τρεις ήρωες που χάθηκαν κάνοντας αυτό που αγαπούσαν: Υπηρετώντας την Ελλάδα. Δεν ξεχνώ ποτέ το ότι είμασταν ικανοί για την επιτυχία. Δεν θα ξεχάσώ τους 3 ήρωες που έπεσαν υπέρ πατρίδος. Αιώνια η μνήμη τους

Μιχάλης Αμοιρίδης

Για το τέλος, αφήσαμε μία πιο “μεγάλη” μαρτυρία, που όμως περιγράφει γλαφυρά τα συναισθήματα των στρατεύσιμων εκείνη τη νύχτα:

IΜΙΑ 1996…………

“Αξιωματικέ … καλή τύχη να έχουμε, και να θυμάσαι … οφείλεις να φας έξι Τούρκους πριν τα τινάξεις !!! Μου το υπόσχεσαι;”
Κάθε φορά που φτάνει αυτή η ημερομηνία μέσα στο μυαλό μου έρχονται δύο πράγματα.
Τα θύματα του ελικοπτέρου, και η φλόγα του DNA μας.
Είναι απίστευτη η ωρολογιακή βόμβα που τρέχει στις φλέβες μας χωρίς καν οι περισσότεροι από εμάς να το γνωρίζουμε.
Δεν θα αυτοπροσδιορισθώ με το όνομα μου σε αυτό το κείμενο γιατί καμία σημασία δεν έχει να μάθεις φίλε αναγνώστη πως με λένε.
Σημασία έχει να καταλάβεις οτι άσχετα από το πως με φωνάζουν οι φίλοι και η κοινωνία, είμαι αυτό το κάτι που έχει συσσωρευτεί από τους εκατοντάδες προγόνους που μετέφεραν σε εμένα τα δικά τους χαρακτηριστικά.
Είμαι εσύ… απλά εσύ δεν έτυχε να βρεθείς σε αυτές τις συνθήκες για να θες να το μοιραστείς με άλλους σήμερα. Είμαι σίγουρος όμως πως κι εσύ αυτό θα έκανες κι ας μην το ξέρεις.
Ήταν αρκετές ημέρες που η Τουρκία ανέβαζε τους τόνους και την αντιπαράθεση από το περιστατικό που είχαν ξεκινήσει δύο δημοσιογράφοι που κατέβηκαν με ελικόπτερο στην Ίμια και δημιούργησαν το θέμα με τη σημαία.
Όλοι μας παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις όπως τις παρουσίαζε η τηλεόραση. Πολλοί από εμάς στο ακριτικό νησί της Ρόδου, βλέπαμε ρεπορτάζ της Τούρκικης τηλεόρασης η οποία έδειχνε στιγμιότυπα από τις προετοιμασίες του Τουρκικού στρατού για παν ενδεχόμενο.
Δεν θα σταθώ στην καταγραφή των γεγονότων γιατί λίγο πολύ σε όλους μας είναι γνωστά πια. Θέλω να σταθώ στις διεργασίες που συντελούνται μέσα μας όταν χτυπήσει το καμπανάκι του Ελληνικού D.N.A. ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν γνωρίζεις οτι υπάρχει.

Τη νύχτα εκείνη εργαζόμουν σε κεντρικό πολυτελές Ξενοδοχείο της Ρόδου.
Εκείνο το βράδυ είχαμε στο εστιατόριο κι ένα τραπέζι V.I.P. με εκλεκτούς καλεσμένους. Μέσα στους παρευρισκομένους ήταν ο τότε Νομάρχης, ένας γνωστός εισαγγελέας ο οποίος είχε απασχολήσει τον τύπο στο παρελθόν, ο εκπρόσωπος της τοπικής εκκλησίας και ο Μέραρχος του νησιού.
Είχα μια ανησυχία από νωρίς χωρίς να γνωρίζω ακριβώς γιατί.

Είχα πάει στη δουλειά από τις 17:00 οπότε δεν είχα καμία ενημέρωση για τα συμβάντα εκείνης της νύχτας ώσπου στις 23:45 χτύπησε το τηλέφωνο και ζητούσαν επειγόντως τον Στρατηγό.
Όταν έφτασε μπροστά μου και απάντησε, το βλέμμα του σοβάρεψε και λακωνικά είπε “έρχομαι αμέσως” Ακολούθησε ένα δεύτερο τηλεφώνημα που ήταν για τον Νομάρχη αυτή την φορά.
Η ίδια απάντηση περίπου και κάλεσαν την κοπέλα να πληρώσουν τον λογαριασμό.

Σκέφτηκα … πόσο άγχος πρέπει να έχουν αφού κατέχουν ένα αξίωμα και αυτή την στιγμή κάτι σημαντικό πρέπει να συμβαίνει σε σχέση με το νησί.
Το επόμενο τηλεφώνημα “ακούγεται γελοίο” αφορούσε εμένα.

Ξαφνιάστηκα !

Ηταν η “πρώην” μου με την οποία παλιότερα συγκατοικούσα. Δεν με είχε πάρει ποτέ το τελευταίο εξάμηνο και ούρλιαζε στο τηλέφωνο οτι την ξύπνησαν νυχτιάτικα καλώντας την στο σταθερό και της έλεγαν κάτι ακαταλαβίστικα για φύλλα πορείας και επιστράτευση. Αφού κατάφερα να την ηρεμήσω την ρώτησα αν της ανέφεραν κάτι που είχε γράμματα και αριθμούς.
Μου είπε ναι αλλά δεν θυμόταν τίποτα γιατί κοιμόταν.

Τότε κατάλαβα !

Ενημέρωσα αμέσως τον υπεύθυνο ότι έπρεπε να εγκαταλείψω την θέση μου και να αντικατασταθώ.
Μέσα σε 10 λεπτά είχα βγάλει τη στολή του Ξενοδοχείου και έφυγα για το Αστυνομικό Τμήμα Ιαλυσσού που θα έβρισκα το ειδικό φύλλο πορείας.
Ηξερα που έπρεπε να πάω αλλά ήμουν σίγουρος οτι αν δεν το έπαιρνα θα είχα πρόβλημα με τα μπλόκα του στρατού στο δρόμο.
Στις 00:25 έτρεχα μανιασμένα με το αυτοκίνητο με κατεύθυνση προς την επιστρατευτική μονάδα. Μπροστά μου ξαφνικά βλέπω έναν φακό να κουνιέται πάνω κάτω και να μου κάνουν νόημα να σταματήσω.
Ήταν πέντε πάνοπλα παιδιά τα οποία στεκόντουσαν κρυμμένα μέσα στη βροχή και στον αέρα που έφτανε τα 9 μποφώρ εκείνη τη νύχτα και δεν άφηναν να περάσει τίποτα.

Τους είπα:
“Είμαι έφεδρος Ανθυπολοχαγός και πάω στη μονάδα μου”
Ο στρατονόμος είδε το χαρτί και μου έσφιξε το χέρι και μου είπε “Αξιωματικέ … καλή τύχη να έχουμε … και να θυμάσαι … οφείλεις να φας έξι Τούρκους πριν τα τινάξεις !
Μου το υπόσχεσαι;”

Σου το υπόσχομαι του είπα και γελάσαμε και οι δύο .. με ένα γέλιο που έμοιαζε κάπως σαν του μελλοθάνατου που χαιρετάει χαμογελώντας!

Τους ρώτησα από που ήταν και μου είπαν διάφορα μέρη της Ελλάδας.

Μερικά χιλιόμετρα πιο κάτω … ενέδρα με περισσότερους στρατιώτες που πετάχτηκαν από το πουθενά και περικύκλωσαν το αυτοκίνητο. Έδειξα τα χαρτιά και προχώρησα.
Μόλις είδα την πύλη του στρατοπέδου πήγα και στάθμευσα το αυτοκίνητο περίπου 300 μέτρα μακριά και επέστρεψα με τα πόδια. 
Με παρέλαβε ένας Ταγματάρχης ο οποίος με ενημέρωσε μέσα σε 5 λεπτά για τον ρόλο μου και μου έδωσε τον σάκο μου και τον οπλισμό. 
Με έστειλε να βρω όσους θα είχα μαζί μου και να τους ενημερώσω.
Το μυαλό μου ήταν άσπρο μαύρο. Η σκέψη μου ήταν πλέον δυαδική.
Ξαφνικά είχαν χαθεί από την σκέψη μου όλα τα πολύπλοκα πράγματα που σκεφτόμαστε καθημερινά. Είχε αδειάσει το μυαλό μου από όλα τα περιττά και είχε κρατήσει μόνο οτι μπορούσε να μου φανεί χρήσιμο. 
Για πρώτη φορά ένιωσα τέτοια ευκολία να επικοινωνήσω με αγνώστους χωρίς συστάσεις, μπήκα κατευθείαν στο ψητό. Ρώτησα αν ήξερε κάποιος την περιοχή καλά, αν ήταν ντόπιος, να μας πει σημεία διαφυγής, σημεία ενέδρας και ότι άλλο μπορούσε να φανεί χρήσιμο. Είχα ενημέρωση αλλά οι ντόπιοι είναι κρυφό χαρτί σε τέτοιες περιπτώσεις.
Στην γωνία ήταν ένας που έκλαιγε σιωπηλά γιατί όπως έλεγε ο ίδιος ήταν ένα σκατόβισμα στη θητεία του και δεν ήξερε να βάλει την ταινία στο MG3 πόσο μάλλον που του είχα αναθέσει να μας καλύπτει μαζί με έναν πολυβολητή. 
Πετάχτηκαν πάνω δύο παλληκάρια και του έκαναν υπερταχύρυθμο σεμινάριο χωρίς ούτε καν να το ζητήσω. Έμεινα άναυδος από αυτή την αντίδραση τους.
Οι περισσότεροι έπαιρναν πρωτοβουλίες που δεν φανταζόμουν.
Καταλάβαιναν ό,τι τους έλεγα ταχύτατα.

01:15 ξεκινήσαμε για τις θέσεις μας, περνώντας από την πύλη με τους στρατιώτες μου, βλέπαμε ένα περιστατικό ανάμεσα σε έναν γόνο καλής οικογένειας της Ρόδου και τον Υπαξιωματικό της πύλης γιατί δεν τον άφηνε να βάλει την BMW στο parking του στρατοπέδου. 
” Του φώναζε ότι αν αφήσει έξω το αμάξι και γραντζουνιστεί θα το πληρώσει αυτός”
” Ο υπαξιωματικός (απορώ πως δεν του έριξε με το όπλο) του έλεγε πως σε λίγο το στρατόπεδο μπορεί να γίνει σκόνη και να μην μείνει τίποτα όρθιο κι ότι είχε εντολή να το εκκενώσει πλήρως.
Όλα έπρεπε να πάνε σε εναλλακτικό χώρο συγκέντρωσης.

Δεν ξέρω πως έληξε αυτό το περιστατικό … γιατί η βροχή κι ο αέρας ήταν το μόνο που ακούγαμε μετά από μερικά μέτρα. 
Τα κινητά ήταν νεκρά εδώ και ώρες από παρεμβολές και είχαμε εντολή για σιγή ασυρμάτου.
Ακροβολιστήκαμε στις θέσεις μας αφού χαιρετηθήκαμε και κλειστήκαμε στον εαυτό μας ο καθένας περιμένοντας τους βαρβάρους. 
Οι σκέψεις που περνούσαν από το μυαλό μου ήταν αλλόκοτες. Σκεφτόμουν που ήμουν πριν από 2-3 ώρες και τι έκανα και μου φαινόταν τόσο μακρινό σαν να μην υπήρξε ποτέ. 
Σαν να γεννήθηκα μέσα σε αυτό το λαγούμι περιμένοντας τους Τούρκους. 
Το μόνο που με απασχολούσε ήταν αν θα ανταποκριθούν αυτοί που είχα γύρω μου, αν θα υπάρξει αποτέλεσματική απόκρουση του εχθρού, πως θα νιώθω αν άρχιζαν να σφυρίζουν σφαίρες πάνω από το κεφάλι μου, αν θα επέτρεπε αυτός ο θυελλώδης άνεμος να πετάξουν οι αερομεταφερόμενες μονάδες και να βρεθούν από πίσω μας οι Τούρκοι.
Τα μόνα που με απασχολούσαν ήταν η επιβίωση όλων μας και το να μην πάρουν το νησί.
Ένα νησί στο οποίο δεν γεννήθηκα, αλλά δεν θα επέτρεπα να το ακουμπήσει ο Τούρκος ατιμώρητος γιατί ήταν Ελλάδα.
Σκέφτηκα την οικογένεια μου που θα μάθαιναν από την τηλεόραση οτι η Ρόδος δέχτηκε επίθεση, που δεν τους ειδοποίησα γιατί είχαν πέσει οι επικοινωνίες, σκέφτηκα όλους αυτούς που δεν θα ξαναέβλεπα αλλά δεν με ένοιαζε. 
Για μια στιγμή δάκρυσα και ένα συναίσθημα πανικού με κυρίευσε
Θυμήθηκα όμως έναν υπαξιωματικό των Ο.Υ.Κ. που μας έκανε ένα μάθημα για εκρηκτικά με τηλεχειρισμό, όταν ήμουν στην ΣΕΑΠ ο οποίος είπε μια φορά:
“Δεν εμπιστεύομαι όποιον δεν φοβάται … αν δεν φοβάται μπορεί να σπάσει πάνω στην κρίσιμη στιγμή… ενώ αν φοβάται θα το ξεπεράσει για να νικήσει και να επιβιώσει αυτός και το ζευγάρι του ή η ομάδα του.”
Τότε παραδέχτηκα οτι φοβόμουν ! 
Το δάκρυ σταμάτησε. 
Μετά ήρθε ο θυμός !

Μετά με έπιασε νευρικό γέλιο, γελούσα τόσο δυνατά που παρόλη τη βροχή και τις ριπές του ανέμου, ακουγόμουν τόσο πολύ που ο διπλανός που ήταν καμιά δεκαριά μέτρα πιο πέρα ήρθε να δει τι συμβαίνει.

Με ρώτησε: “Εχουμε κανένα καλό νέο;
“Του είπα: ” Το καλό νέο είναι οτι δεν φοβάμαι πια κανέναν” και σηκώθηκα πάνω και κάνοντας την χαρακτηριστική κίνηση με το μεσαίο δάχτυλο … φώναζα “Πουτ@νες χανούμισες σας περιμένουμε … “

Δεν ξέρω πως έγινε αυτό … αλλά μετά από μερικά δευτερόλεπτα άκουγε κανείς από όλη την πλαγιά πάνω από την παραλία διάσπαρτες φωνές να φωνάζουν. “Ο καθένας έλεγε τα δικά του ! Σαν να ήμουν σε γήπεδο και μας είχαν σφυρίξει άδικο πέναλτι. Πολύ βρισίδι και φωνές που έμοιαζαν με ιαχές ! Είχε ξορκιστεί ο φόβος ! Φωνάζανε μέχρι που κουράστηκαν αλλά ήμουν σίγουρος ότι όλοι είχαν ντοπαριστεί κι ένιωθαν παντοδύναμοι. Είχε λειτουργήσει κάτι το οποίο ήταν σαν ναρκωτικό.

Μια υπεροψία απέναντι στον θάνατο που δεν ξέρω από που πήγαζε. Εκεί ήταν που αναγνώρισα για πρώτη φορά πως κάτι συμβαίνει με τους Έλληνες. Κάτι το οποίο κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες τους μεταμορφώνει σε μια οντότητα που καμία σχέση δεν έχει με την καθημερινότητα τους.

Δεν ήταν λογικό να θέλω να φανούν από απέναντι τα πρώτα σημάδια κίνησης, δεν έπρεπε να επιζητώ να με προκαλέσουν με την παρουσία τους και να τους αντιμετωπίσω. Κι όμως μετά το πρώτο σοκ που κράτησε 15 λεπτά κάτι πύρινο ξεπήδησε το οποίο φώναζε “Ως εδώ… ” κι εκεί ξεχύθηκε το θάρρος.

04:45 Πρώτη ένδειξη επικοινωνίας στον ασύρματο.

Το κέντρο επικοινωνεί με τις ομάδες. Αφού απάντησαν όλες οι ομάδες, δίνεται λήξη συναγερμού και επιστροφή στη μονάδα. Μετά από μισή ώρα βρισκόμασταν στο στρατόπεδο και εγώ κατευθύνθηκα στο γραφείο του Διοικητή. “Εληξαν όλα μου είπε … ο Θεός μας λυπήθηκε”

Δεν μου άρεσε αυτό που άκουσα αλλά δεν είπα τίποτα, τον συγχάρηκα για την όλη οργάνωση και για την ταχύτητα με την οποία μας εφοδίασε και έφυγα Τη στολή εκείνης της νύχτας δεν την παρέδωσα, την πήρα μαζί μου για να μου θυμίζει όλα αυτά που σκέφτηκα κι όλα όσα ανακάλυψα. Άλλωστε αν έμπαιναν στους σάκους για να πάνε στις αποθήκες, με το νερό που είχαμε φάει θα είχαν καταστραφεί. Κάποιοι γνωρίζουν καλά αυτό που συμβαίνει στον Ελληνα στις κρίσιμες στιγμές. Γι’ αυτό οδηγήθηκε με επιστημονικό τρόπο ο Ελληνικός λαός στον φόβο. Λίγο λίγο σαν δηλητήριο.
Γιατί αν έσκαγε όλο μαζί θα γινόμασταν κάτι άλλο από τη μια στιγμή στην άλλη. Δεν είναι ανάγκη κανείς να είναι Ο.Υ.Κ. ή μέλος άλλης επίλεκτης ομάδας. Αν είναι Ελληνας τότε είναι επίλεκτος εξ’ορισμού λόγω γονιδιώματος. Είμαστε προγραμματισμένοι να λειτουργούμε σαν θηρία κάτω από ειδικές συνθήκες. Είμαστε φτιαγμένοι να ξεπερνάμε τους εαυτούς μας. Το σημείο εκείνο που έγινε το κλικ, έφτιαξε τον Λεωνίδα, τον Κολοκοτρώνη, και τόσους άλλους. Ήταν όλοι τους σαν κι εμάς. Είμαστε Ελληνες !

Ένας από τους τρελλούς που έβριζαν τον εχθρό μέσα στην καταιγίδα!!!