Το κυνήγι της είδησης και οι λαθροκυνηγοί του Διαδικτύου (και όχι μόνο)

Μαζί με τις αλλαγές που συντελούνται στην κοινωνία, απλώς και μόνο επειδή βρισκόμαστε στο έτος 2017, συντελείται και μία αλλαγή στον τρόπο που ασκείται η Δημοσιογραφία. Η τουλάχιστον θα έπρεπε να συνετελείται, καθώς η ταχύτητα της μετάδοσης της πληροφορίας έχει προ πολλού ξεπεράσει τα χρονικά περιθώρια των πιεστηρίων, των τσίγκων και των φίλμ.

Η εποχή κινείται πλέον πάνω και γύρω από ένα πληκτρολόγιο, και ο ταχύτερα πατήσας το «enter» αμοιφθήσεται με τα περισσότερα κλικ. Μονο που, δυστυχως, πολλοί είναι αυτοί που στην προσπάθεια τους να γίνουν ο «ταχύτερα πατήσας» την πατάνε και εκτίθενται – και μάλιστα χωρίς ενίοτε να το αντιλαμβάνονται.

Για να είμαστε πιο σαφείς, ναι η εποχή επιτάσσει ταχύτητα στη μετάδοση της πληροφορίας, ενδεχομένως και πρωτοτυπία στο σερβίρισμα της είδησης μέσα στο φασόν κόσμο των social media, αλλά όλα αυτά σε καμία περίπτωση δεν μεταφράζονται ως «μείωση της ποιότητας».

Πολλοί δε, έχοντας μπλεχτεί στη φαυλότητα του διαδικτύου μη γνωρίζοντας τα μυστικά του, θεωρούν ότι «και να ρίξουν λίγο την ποιότητα» δεν έγινε και τίποτα. Θεωρούν δεδομένο ότι ο εντυπωσιασμός είναι αυτός που κερδίζει και εστιάζοντας σε αυτόν, αδιαφορούν για ολα τα υπόλοιπα.

Είναι δε, ακόμη πιο λυπηρό, όταν σε τέτοιου τύπου ολισθήματα υπόπίπτουν άνθρωποι που ευαγγελίζονται πολυετή εμπειρία στο χώρο, προκαλώντας αυτόματα σε μας τους νεότερους ένα διττό ερώτημα: Διακατέχονται από άγνοια ή απο κάποια αλαζονεία που προκύπτει από την εμπειρία τους;

Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα ειναι θλιβερό. Δεν μπορεί να προκαλέσει κανένα άλλο συναίσθημα ο ξεπεσμός ενός δημοσιογράφου που ευαγγελίζεται μια μεγάλη πορεια στο χώρο και την οποία αντί να τιμα, την κρεμάει στα μανταλάκια των social media είτε κλέβοντας φωτογραφίες, είτε παρουσιάζοντας δημόσιες φωτογραφίες ως αποκλειστικές, είτε κλέβοντας ακόμη και το περιεχόμενο άλλων sites και ενσωματώνοντας το σε δικά του κείμενα, τα οποία μάλιστα «στολίζει» και με διαφημιστικές λεζάντες (οι οποίες προφανώς του αποφέρουν κέρδη, χωρίς ο ίδιος να έχει καταβαλει σημαντικό κόπο).

Τα φαινόμενα αυτά περιποιούν ντροπή και δη μεγίστη συνολικά για το χώρο της δημοσιογραφίας που τόσο πολύ βάλλεται σχεδόν από όλους. Κι ακόμα κι αν ορισμένοι εξ ημών παλεύουμε να διατηρήσουμε τα όποια κεκτημένα, δυστυχώς ανάμεσά μας υπάρχουν ψευδεπίγραφοι δημοσιογράφοι που το θράσος της αμάθειας τους  που προκύπτει φυσικά από την άγνοια του κινδύνου, τους εξωθεί στην «πρώτη γραμμή» και τους ορίζει αυτόκλητους εκπροσώπους ενός κλάδου, που δεν έχει την παραμικρή ανάγκη από αυτού του τυπου τα άτομα.

Δεν είναι εύκολο να απεμποληθούν. Και δυστυχώς, δεν μπορεί το συνάφι από μόνο του να τους εκδιώξει. Από την άλλη όμως, η ανάγκη να ξεκαθαρίσει το τοπίο παραμένει αδήρητη. Και ως εκ τούτου, χρειάζεται συμμετοχή. Συμμετοχή υμών των καταναλωτών του παραγόμενου δημοσιογραφικού προϊόντος , διότι οφείλετε να φτύνετε ό,τι σας σερβίρεται ως «φρέσκο» ενώ είναι προφανώς κατεψυγμένο.

Όπως επίσης οφείλετε να επιβραβεύτε το σωστό σερβίρισμα της είδησης, από όπου κι αν προέρχεται. Και αυτό δεν αποτελεί κάποιου είδους επαιτεία κλικς. Αποτελεί μία πράξη ανταπόδοσης του σεβασμού σε αυτούς που σας σέβονται και σας αντιμετωπίζουν ως νοήμονες ανθρώπους και χωρίς καμία διάθεση να σας παρουσιάσουν το άσπρο ως μαύρο. Αποτελεί μία πράξη ανταπόδοσης σεβασμού σε αυτούς που θεωρούν υποχρέωσή τους να μοιράζονται την πληροφορία ατόφια, και όχι να την κατασκευάζουν και να την πωλούν ωραιοποιημένη προς ίδιον όφελος και πάντα εις βάρος σας.