Δύο καταγγελίες που εγείρουν ερωτηματικά δίνει στη δημοσιότητα η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕλΕΔΑ).
Σύμφωνα με δελτίο τύπου που εξέδωσε, υποστηρίζει οτι συνέβησαν δύο “παράνομες” επαναπροωθήσεις ατόμων που σκόπευαν να κάνουν αίτηση χορήγησης ασύλου στην Ελλάδα, προς την Τουρκία.
Η ΕλΕΔΑ επικαλείται μαρτυρίες των ίδιων των ατόμων που επαναπροωθήθηκαν με αυτόν τον τρόπο, ενώ από όσα γράφονται στο δελτίου τύπου, συνάγεται το συμπέρασμα ότι αυτά συμβαίνουν με την ανοχή της Αστυνομίας.
Μεταξύ άλλων το δελτίο τύπου αναφέρει: “
Πριν από λίγες ημέρες η ΕλΕΔΑ δημοσιοποίησε επώνυμη καταγγελία σχετικά με την άτυπη επαναπροώθηση από την Ελλάδα στην Τουρκία Τούρκων πολιτών που είχαν ζητήσει διεθνή προστασία από τις αρχές της χώρας μας (https://goo.gl/MqeVka). Ήδη ο ένας εξ αυτών βρίσκεται κρατούμενος στις τούρκικες φυλακές χωρίς να είναι δυνατή η οποιαδήποτε επικοινωνία πλέον μαζί του.
Σύμφωνα με νέα καταγγελία που λάβαμε, στις 2 Ιουνίου στις 9.00 π.μ. διενεργήθηκε μία ακόμα επαναπροώθηση με βάρκα στον Έβρο. Κοντά στο Διδυμότειχο, η Αστυνομία παρέδωσε σε ομάδα ένοπλων μασκοφόρων ανθρώπους οι οποίοι δήλωσαν ότι επιθυμούν διεθνή προστασία στην Ελλάδα επειδή διώκονται στην Τουρκία. Αυτή τη φορά η βίαιη επαναπροώθηση αφορά τον Mustafa Can, την σύζυγό του και τα τέσσερα παιδιά τους, εκ των οποίων το ένα βρέφος, καθώς επίσης και τους Yılmaz Erdoğan, Fethullah Çatal και έναν ακόμα άνδρα, τα στοιχεία του οποίου δεν μας είναι ακόμα γνωστά. Η ΕλΕΔΑ έχει στη διάθεσή της τα στοιχεία του βαν της ελληνικής αστυνομίας που μετέφερε τους αιτούντες διεθνή προστασία.
Η άτυπη και βίαιη επαναπροώθηση οποιουδήποτε προσώπου θεωρείται πράξη βίας και παραβιάζει κατάφωρα το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας. Η συστηματική όμως, όπως προκύπτει, και συντεταγμένη επαναπροώθηση ανθρώπων που ζητούν άσυλο και οι οποίοι στη χώρα τους διώκονται ως αντιφρονούντες συνιστά πολιτικό μακιαβελισμό χωρίς προηγούμενο […]”
Μιλώντας στο “R” ο αντιπρόεδρος του ΔΣ της ΕλΕΔΑ ο κος Βασίλης Παπαστεργίου σημείωσε ότι στόχος της Ένωσης είναι να διερευνηθούν οι υποθέσεις και αν αποδειχθεί ότι οι καταγγελίες ισχύουν, να αποδοθούν οι ανάλογες κυρώσεις.