Search
Close this search box.
Ψυχοσωματικά: Πονάει η ψυχή, νοσεί το σώμα

Ο πόνος στην κοιλιά, η δύσπνοια, το τρέμουλο ή η ταχυκαρδία είναι απολύτως αληθινά. Μας κάνουν να διπλωνόμαστε στα δύο, μας τρομάζουν, μας δυσκολεύουν τη ζωή. Πρόκειται για συμπτώματα με «σάρκα και οστά» που προκαλούν αληθινή δυσφορία και γίνονται αιτία επισκέψεων σε γιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων. Συχνά, όμως, το αίτιο που τα προκαλεί δεν εντοπίζεται ούτε στην κοιλιά ούτε στους πνεύμονες ούτε στα χέρια ή την καρδιά. Όλες οι εξετάσεις βγαίνουν καθαρές. Ο παθολόγος, ο καρδιολόγος, ο γαστρεντερολόγος ή ο πνευμονολόγος δεν εντοπίζουν παθολογικά αίτια που να εξηγούν αυτά τα συμπτώματα. Τότε τι μπορεί να φταίει; Η απάντηση πιθανότατα κρύβεται στη σφαίρα των συναισθημάτων μας. «Είναι ψυχολογικό», ίσως έχουμε ακούσει είτε από τον γιατρό είτε από φίλους στους οποίους εκμυστηρευόμαστε το πρόβλημά μας. Ο όρος «ψυχοσωματικό», ωστόσο, περιγράφει με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτό που μας συμβαίνει. Όχι, δεν είμαστε κατά φαντασίαν ασθενείς. Είμαστε παραλήπτες ενός μηνύματος που μας στέλνει το ίδιο μας το σώμα για να στρέψει την προσοχή μας σε κάποια συναισθηματική εκκρεμότητα την οποία έχουμε απωθήσει και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο βρίσκει έναν άλλον τρόπο να κάνει την εμφάνισή της.

Σώµα και ψυχή

Τα συναισθήματά μας επηρεάζουν κάθε κύτταρο του σώματός μας και όχι μόνο τις σκέψεις και τη διάθεσή μας. Όλοι μας έχουμε νιώσει το σώμα μας «βαρύ» όταν είμαστε στενοχωρημένοι ή έχουμε αισθανθεί την καρδιά μας να «χτυπά τρελά» και το στομάχι μας να «δένεται κόμπος» όταν έχουμε στρες. Πρόκειται για απλά παραδείγματα του πώς η ψυχική μας κατάσταση επηρεάζει το σώμα μας.

Από την άλλη μεριά και η κατάσταση του σώματός μας επηρεάζει την ψυχική μας διάθεση. Όταν είμαστε άρρωστοι, πέφτει η διάθεσή μας, γεγονός που με τη σειρά του μπορεί να χειροτερέψει την πορεία της νόσου, προκαλώντας έναν φαύλο κύκλο όπου ο ψυχολογικός παράγοντας μπορεί να οδηγήσει στην επιδείνωση μιας ασθένειας ή ακόμη και να παρεμποδίσει την ομαλή εξέλιξη μιας θεραπείας και την ανταπόκριση του ασθενούς σε αυτήν. Επομένως, όπως πλέον αποδέχονται οι ειδικοί, το σώμα και η ψυχή δεν αποτελούν δύο ανεξάρτητες οντότητες, αλλά επηρεάζουν το ένα το άλλο, σε μια διαρκή αλληλεπίδραση.

Η συναισθηματική μας κατάσταση μπορεί να επηρεάσει και τις ορμόνες του σώματός μας. Οι σκέψεις μας επιφέρουν μεταβολές στη χημεία του σώματος – στους νευροδιαβιβαστές, στις ορμόνες, ακόμη και στον τόνο των αγγείων και των μυών. Οι ορμονικές αυτές μεταβολές με τη σειρά τους μπορούν να επιδράσουν στις λειτουργίες του σώματος, επηρεάζοντας ακόμη και την ευπάθεια του ανοσοποιητικού συστήματος. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ορμόνη προλακτίνη, οι υψηλές τιμές της οποίας επιδρούν αρνητικά στη γυναικεία γονιμότητα, η οποία με τη σειρά της επηρεάζεται από το στρες.

Στις περιπτώσεις όπου ο ψυχολογικός παράγοντας συμβάλλει σημαντικά έως και αποκλειστικά στην εκδήλωση σωματικών συμπτωμάτων, τα συμπτώματα αυτά θεωρούνται ψυχοσωματικά. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ενοχλήσεις η αιτία των οποίων είναι είτε αποκλειστικά είτε εν μέρει ψυχολογική.

Τα συνηθέστερα ψυχοσωματικά συμπτώματα αφορούν τις ημικρανίες, τα προβλήματα στο στομάχι και το έντερο (με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου), τις δερματικές ενοχλήσεις (έκζεμα, επίμονος κνησμός, ερυθρότητα του δέρματος, σπυράκια) και το καρδιαγγειακό μας σύστημα (ταχυκαρδίες, έκτακτες συστολές, αύξηση της αρτηριακής πίεσης). Αρκετά συχνά οι σεξουαλικές δυσλειτουργίες των δύο φύλων (στυτική δυσλειτουργία, πόνος κατά την επαφή) ή και συμπτώματα από το ουρολογικό-αναπαραγωγικό σύστημα (π.χ. προστατοδυνία), αρκετές φορές ακόμη και η αδυναμία εγκυμοσύνης, θεωρείται ότι έχουν ψυχοσωματική βάση. Οι ψυχοσωματικές ενοχλήσεις μπορεί να παρουσιαστούν ακόμη και σε μικρή ηλικία. Τα παιδιά που βιώνουν έντονο στρες ή θλίψη μπορεί να έχουν ενούρηση κατά τη διάρκεια της νύχτας, δυσκολία στον ύπνο, καθώς και εφιάλτες.

Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι ο ψυχολογικός παράγοντας μπορεί να συμβάλλει άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο στην εμφάνιση ή την επιδείνωση σοβαρών ασθενειών, όπως τα καρδιαγγειακά, τα αυτοάνοσα (λύκος, ρευματοειδής αρθρίτιδα), ακόμη και ο καρκίνος. Τονίζουν, βέβαια, ότι στην περίπτωση αυτών των νόσων η ψυχική φόρτιση δεν θεωρείται ο αποκλειστικός υπεύθυνος. Η κληρονομικότητα, η προδιάθεση του ατόμου και ο τρόπος ζωής αποτελούν πολύ σημαντικούς παράγοντες στην εκδήλωση αυτών των νόσων.

Προσοχή στο στρες

Όπως εξηγεί η ψυχολόγος κ. Αθανασία Σκαρβελάκη, «στρες έχουμε όλοι, όπως επίσης και περιόδους της ζωής μας όπου βρισκόμαστε σε κακή ψυχολογική κατάσταση και είμαστε θλιμμένοι. Σημασία όμως έχει ο τρόπος με τον οποίο διαχειριζόμαστε αυτές τις καταστάσεις. Το άγχος και η θλίψη πάντα θα μας συνοδεύουν. Ανήκουν στη φύση μας. Είναι σημαντικό όμως να τα διαχειριζόμαστε και όχι να τα αφήνουμε να μας καταδυναστεύουν. Ο κακός χειρισμός, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αρκετοί άνθρωποι δεν έχουν μάθει να εξωτερικεύουν τα συναισθήματά τους, μπορεί να οδηγήσει στην εκδήλωση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων, από τα πιο απλά, όπως οι πονοκέφαλοι και η γαστρίτιδα, μέχρι πιο σοβαρές και απειλητικές για την υγεία νόσους».

Ενδεχομένως να πρόκειται για συσσωρευμένο άγχος ή θλίψη που τα «κουβαλάμε» πολλά χρόνια, μέχρις ότου «ξεσπούν» με τη μορφή ψυχοσωματικών συμπτωμάτων. Άλλες φορές πάλι βρισκόμαστε ξαφνικά αντιμέτωποι με καταστάσεις τις οποίες δεν έχουμε προετοιμαστεί για να διαχειριστούμε, όπως η ανεργία ή η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου.

Πού «χτυπούν» τα ψυχοσωµατικά

Τα ψυχοσωματικά συμπτώματα μπορούν να εκδηλωθούν σε οποιοδήποτε σημείο ή όργανο του σώματος, γεγονός που εξαρτάται από τη γενετική προδιάθεση και την ευαισθησία κάθε ατόμου. Ωστόσο, τα συνήθη όργανα-στόχοι των ψυχοσωματικών ενοχλημάτων είναι:

Tο στομάχι: Διόλου τυχαία «μας κάθεται στο στομάχι» ή «δεν μπορούμε να χωνέψουμε» έναν άνθρωπο ή μια ιδέα. Οι ψυχολογικοί παράγοντες θεωρείται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο σε πολλά γαστρεντερικά προβλήματα, όπως το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου, η χρόνια γαστρίτιδα, η δυσκοιλιότητα, ακόμη και το έλκος.

Οι πνεύμονες: Το αναπνευστικό σύστημα θεωρείται ευάλωτο στις συναισθηματικές φορτίσεις. Έχει παρατηρηθεί ότι οι ασθματικοί ασθενείς συχνά παρουσιάζουν αναπνευστικές κρίσεις όταν βρίσκονται σε καταστάσεις στρες. Ακόμη και οι αλλεργίες έχει αποδειχθεί ότι επιδεινώνονται εξαιτίας του στρες.

Η καρδιά: Πρόσφατα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Circulation» έρευνα σύμφωνα με την οποία ο κίνδυνος εμφράγματος την πρώτη μέρα του πένθους για όσους έχουν χάσει ένα αγαπημένο τους πρόσωπο είναι 21 φορές υψηλότερος και παρότι μειώνεται όσο περνούν οι μέρες, παραμένει ιδιαίτερα υψηλός μέχρι το τέλος της πρώτης εβδομάδας. Πρόκειται για μια αδιάσειστη απόδειξη του πώς τα συναισθήματα μπορούν να επηρεάσουν τη λειτουργία ζωτικών οργάνων, όπως η καρδιά.

Το δέρμα: Εκτιμάται ότι οι 4 στους 10 ασθενείς που επισκέπτονται το ιατρείο του δερματολόγου παρουσιάζουν κάποια μορφή ψυχικής διαταραχής.

Το κεφάλι: Οι πονοκέφαλοι και οι ζαλάδες είναι συνήθη ψυχοσωματικά ενοχλήματα (με δεδομένο ότι έχουν αποκλειστεί τα παθολογικά αίτια). Συχνά μάλιστα αποδίδονται σε έντονες συγκρούσεις, στο αίσθημα ματαίωσης, ακόμη και στην αδυναμία αποδοχής του ίδιου μας του εαυτού.

Οικογενειακή υπόθεση

Οι ειδικοί εξηγούν ότι συχνά οι πάσχοντες από ψυχοσωματικά συμπτώματα προέρχονται από ένα οικογενειακό περιβάλλον όπου οι γονείς δεν εκφράζουν τα συναισθήματά τους, με συνέπεια τα παιδιά να μαθαίνουν αυτόν τον τρόπο συμπεριφοράς και να καταπνίγουν ό,τι νιώθουν ακόμη και ως ενήλικοι. Σε αυτές τις περιπτώσεις, συχνά παρουσιάζονται ψυχοσωματικά συμπτώματα, από τα οποία μάλιστα μπορεί να νοσούν περισσότερα από ένα μέλη της οικογένειας. Δεν αποκλείεται, δηλαδή, να πάσχουν από ημικρανίες ή από σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου η μητέρα και η κόρη σε μια οικογένεια. Από την άλλη μεριά, ωστόσο, ένας παράγοντας που δεν πρέπει να αγνοούμε είναι ότι όσον αφορά τις περιοχές (όργανα) όπου έχει ευαισθησία ο καθένας μας και στις οποίες θα σωματοποιηθεί το στρες, συχνά υπάρχει μια γενετική-κληρονομική βάση.

Διατηρώντας την ισορροπία

Η έκφραση των συναισθημάτων είναι το «κλειδί» της ψυχοσωματικής ισορροπίας. Όταν καταπνίγουμε τον θυμό, την οργή ή τη θλίψη, τότε αυτά είναι πολύ πιθανό να αναδυθούν με τη μορφή ενός σωματικού συμπτώματος.

Είναι σημαντικό να βλέπουμε τα πράγματα στις σωστές τους διαστάσεις. Δεν είναι λίγες οι φορές που χάνουμε την ψυχραιμία μας και μεγαλοποιούμε τα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε, γεγονός που δεν μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε τις καταστάσεις με δημιουργικό και αποτελεσματικό τρόπο.

Η σωματική άσκηση μπορεί να συμβάλλει στην αποφόρτιση από το στρες και στη βελτίωση της διάθεσης. Το ίδιο μπορούμε να επιτύχουμε και φροντίζοντας να εκπληρώσουμε έναν στόχο που έχουμε αφήσει σε εκκρεμότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα ή βελτιώνοντας τη σχέση μας με ανθρώπους που είναι σημαντικοί στη ζωή μας.

Ολιστική προσέγγιση

«Η ψυχή και το σώμα αποτελούν ένα ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο. Όταν πάσχει το ένα, μοιραία συμπαρασύρει και το άλλο, γι’ αυτό και έχει πολύ μεγάλη σημασία η ολιστική θεραπευτική προσέγγιση του ασθενούς», επισημαίνει ο παθολόγος-φαρμακολόγος κ. Αναστάσιος Σπαντιδέας. Και συνεχίζει: «Η προσέγγιση αυτή αποβλέπει στην ταυτόχρονη θεραπεία του σώματος και της ψυχής και όχι μόνο στην αντιμετώπιση του ενός ή του άλλου σκέλους, επειδή έτσι απλώς σκεπάζουμε το πρόβλημα, το οποίο θα εξακολουθεί να υπάρχει και αργά ή γρήγορα θα επανέλθει στην επιφάνεια».

Από τον γιατρό στον ψυχολόγο

Το πρώτο μέλημα του ψυχολόγου είναι να βεβαιωθεί ότι ο άνθρωπος που έχει απέναντί του δεν πάσχει από κάποιο παθολογικό πρόβλημα. Είναι απαραίτητο, λοιπόν, να ελέγξει ότι έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες εξετάσεις που αποκλείουν το ενδεχόμενο τα συμπτώματα να οφείλονται σε οργανικά προβλήματα. Όταν τα σωματικά συμπτώματα επιμένουν και ενοχλούν τον ασθενή, μπορεί να χρειαστεί η λήψη φαρμακευτικής αγωγής για την καταπολέμησή τους, όπως π.χ. στην περίπτωση ενός δερματικού εξανθήματος.

Σε κάποιες περιπτώσεις ενδέχεται να χορηγηθούν ακόμη και αντικαταθλιπτικά. «Τα αντικαταθλιπτικά μπορεί να χρειαστούν όταν ο πάσχων είναι επηρεασμένος σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορεί να διαχειριστεί τη συναισθηματική του κατάσταση, οπότε για να δεχθεί οποιαδήποτε ψυχολογική θεραπεία είναι απαραίτητο να ηρεμήσει», εξηγεί η κ. Σκαρβελάκη.

Η κύρια αποστολή του ψυχολόγου είναι να βοηθήσει τον πάσχοντα να εκφράζει τα συναισθήματά του, καθώς και να διαχειρίζεται πιο αποτελεσματικά τις καταστάσεις που του προκαλούν άγχος ή θλίψη. Ανάλογα με τη θεραπευτική προσέγγιση, μπορεί να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές μέθοδοι, όπως η θεραπεία γνωσιακού τύπου, ακόμη και η ψυχανάλυση. Συνήθως προτιμώνται οι προσεγγίσεις (γνωσιακές-συμπεριφορικές) που βοηθούν τον πάσχοντα να αλλάξει οπτική γωνία και να αναπροσαρμόσει τη συμπεριφορά του μαθαίνοντας να φέρεται με διαφορετικό τρόπο. «Μέσω της ψυχοθεραπείας μπορούμε να αλλάξουμε τη διάθεση του ατόμου. Συνήθως όμως απαιτείται χρόνος. Ανάλογα με το πρόβλημα, μπορεί να χρειαστούν από μήνες έως και χρόνια, ιδιαίτερα όταν υπάρχει συσσωρευμένο συναισθηματικό φορτίο», τονίζει η κ. Σκαρβελάκη.

 

Πηγή: vita.gr