“Στο χωρίον Μεταξάδες” μας ταξιδεύουν οι Εθελοντές που καταγράφουν την αρχιτεκτονική του Έβρου

Την εθελοντική ομάδα που καταγράφει την Αρχιτεκτονική κληρονομιά του Έβρου, την είχαμε παρουσιάσει πριν από ένα μήνα περίπου (δείτε εδώ). Όπως είχαμε γράψει και τότε, επικεφαλής της ομάδας είναι η Χρυσή Μπαχαρίδου και στόχος της προσπάθειας είναι να αποτυπωθεί σε εικόνες η αρχιτεκτονική του Νομού Έβρου που έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα.

Η ομάδα λοιπόν δουλεύει και ένα πρώτο αποτέλεσμα τα θα σας παρουσιάσουμε στο παρόν άρθρο. Οι παρακάτω φωτογραφίες είναι από τον οικισμό των Μεταξάδων του Δήμου Διδυμοτείχου, έχουν τραβηχτεί από τον κο Χρήστο Κισσούδη που συμμετέχει στην προσπάθεια και είναι αυτός που έχει γράψει και το κείμενο που έπεται των φωτογραφιών και περιγράφει την αρχιτεκτονική του οικισμού.

Παραδοσιακός οικισμός Μεταξάδων

O παραδοσιακός οικισμός των Μεταξάδων δεν είναι συγκεντρωμένος σε κάποια περιοχή, αλλά είναι διασκορπισμένος σε ολόκληρο τον παλαιό οικισμό. Αυτό οφείλεται περισσότερο στη μεγάλη αλλοίωση του οικισμού η οποία επήλθε κατά την τελευταία τριακονταετία, παρά σε κάποια ειδική χωροταξική οργάνωση.

Τα κτίρια των Μεταξάδων είναι απλά σε κάτοψη. Παρατηρούνται δύο κύριοι τύποι: ο πρώτος είναι εκείνος των πλατυμέτωπων κτιρίων σε σχήμα καθαρό ορθογώνιο παραλληλόγραμμο, ή με διαφοροποιήσεις στην πίσω όψη και ο δεύτερος, ο οποίος είναι και ο παλαιότερος και έχει σχήμα γάμα με την εσωτερική γωνία να ταυτίζεται με την πρόσοψη. Συνήθως είναι διώροφα με εσωτερική, ή λιγότερο συχνά (σε κτίρια τύπου γάμα) εξωτερική κλίμακα (η οποία όμως αποτελεί την παλαιότερη μορφή) η οποία οδηγεί στη μεγάλη σάλα του ορόφου. Ο όροφος απαρτίζεται από ένα κύριο χώρο που καταλαμβάνει το μέγιστο του χώρου και ενίοτε δευτερεύοντες, συνήθως ένα μικρό δωμάτιο για τον ύπνο, ή μόνο από τη μεγάλη σάλα η οποία προοριζόταν για την κύρια οικονομική δραστηριότητα, την επεξεργασία καπνών, ή, το συνηθέστερο, την καλλιέργεια μεταξοσκωλήκων.

Το ισόγειο συνήθως αποτελούνταν από τον κεντρικό χώρο υποδοχής και σειρά μικρών δωματίων που αναπτυσσόταν περί τον πρώτο. Στα παλαιότερα κτίρια ο χώρος του ισογείου είχε καθαρά βοηθητική σημασία και προοριζόταν για τον σταυλισμό των ζώων και για την αποθήκευση των αγαθών. Η κατασκευή των κτιρίων των Μεταξάδων αποτελεί ίσως το βασικό τους χαρακτηριστικό. Εδώ δεν χρησιμοποιείται η πλίνθος, ωμή, ή οπτή, παρά μόνον ο τοπικός λίθος ο οποίος ορυσσόταν από τα λατομεία τα οποία βρίσκονται σε απόσταση 2 χιλιομέτρων από τον οικισμό.

Η λιθοξοϊκή και οικοδομική παράδοση χαρακτήριζαν τον οικισμό των Μεταξάδων και μαζί με την αγγειοπλαστική αποτελούσαν τις κύριες- παραδοσιακές, παρελθοντικές πλέον- δραστηριότητες για τις οποίες το χωριό ήταν γνωστό σε ολόκληρη την περιοχή. Η πέτρα αυτή λαξευόταν σε μεγάλου και μεσαίου μεγέθους τεμάχια και τοποθετούνταν κατά το κτίσιμο με ελάχιστο λασποκονίαμα ενδιάμεσα το οποίο ουσιαστικά χρησίμευε απλώς για την εξομάλυνση των στρώσεων. Η όλη κατασκευή δενόταν με την εκτεταμένη χρήση ξύλινων δοκών οι οποίες εντούτοις δεν χρησιμοποιούντων με τον τρόπο των άλλων κατασκευών της περιοχής και ιδιαίτερα των τσατμάδων, δηλαδή ως ένα πλήρες πυκνό δίκτυο κατακόρυφων, οριζόντιων και πλάγιων στοιχείων.

Τουναντίον η χρήση τους έφερε περισσότερο προς το σύστημα δοκός-υποστύλωμα, με την ενίσχυση των γωνιών με ισχυρά καμπύλα ξύλινα στοιχεία, άλλο χαρακτηριστικό της οικοδομικής της περιοχής. Οι εξώστες, εκεί όπου υπάρχουν χαρακτηρίζονται από την ασύμμετρη διάταξη και είναι στεγασμένοι με χαμηλότερο υπόστεγο. Τα ανοίγματα είναι μικρά ορθογώνια δίχως διάθεση διακόσμησης, αλλά με έντονη χρωματική διαπραγμάτευση, η οποία διατηρείται ακόμη και σήμερα. Τα παράθυρα είναι ανοιγόμενα, ενώ η παλαιότερη κατάσταση ήταν με ανοιγόμενα ξύλινα φύλλα («καΐτια») δίχως υαλοστάσια.

Οι θύρες πάλι αποτελούνται από παρατιθέμενες σανίδες οι οποίες συνδέονται με ισχυρά εγκάρσια στοιχεία και μόνο στα πιο «αστικά» κτίρια είναι κατασκευασμένες με πλαίσια. Οι αρχές του 20ου αιώνα φέρουν στην περιοχή σειρά σημαντικών αλλαγών στο κοινωνικό και πολιτιστικό πεδίο που συνδέονται με την επανάσταση των Νεότουρκων και τα όσα προηγήθηκαν και προοιωνίζονται τις μεταβολές που θα ακολουθήσουν. Η περιοχή η οποία κατοικείται στην πλειοψηφία της από Έλληνες γνωρίζει μία οικονομική ακμή και επεκτείνει τις επαφές της έξω από τα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τόσο με το Ελληνικό Κράτος, όσο και με τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες.

Στον τομέα της αρχιτεκτονικής αυτή η διάνοιξη των οριζόντων οδηγεί στην εισαγωγή νέων στοιχείων τα οποία χρησιμοποιούνται από την νεοδημιουργημένη μικρή σε αριθμό, αλλά σφριγηλή «αστική» τάξη των εμπόρων και βιοτεχνών. Το πλέον χαρακτηριστικό κτίριο της περιόδου είναι το διώροφο κτίριο Τερζόγλου το οποίο ανεγέρθηκε το έτος 1910. Η πρόσοψη του κτιρίου είναι κτισμένη με την ίδια με τα άλλα κτίσματα της περιοχής ανοικτή κίτρινη πέτρα η οποία είναι λαξευμένη με ιδιαίτερα προσεγμένο και ακριβή τρόπο. Τα στοιχεία του νεοκλασικισμού είναι έντονα εδώ: η αετωματική επίστεψη με το προέχον λαξευτό γείσο, οι ελαφρά ανάγλυφες παραστάδες, τα υπέρθυρα, η οριζόντια διαφοροποίηση των ορόφων. Αντίθετα οι πίσω όψεις είναι κτισμένες από οπτόπλινθο, μία επέμβαση των χρόνων του πολέμου.

Παρόμοια είναι η μορφή στις παραδοσιακές κατοικίες του Παλιουρίου, της Αβδέλλας (όπου κυριαρχεί η πλατυμέτωπη μορφή) και του Αλεποχωρίου, όπου παρατηρείται σε μεγάλο βαθμό η χρήση μικρών και μεσαίων αργών λίθων, από τις οποίες απαρτίζεται, είτε ολόκληρη η κτιριακή κατασκευή, είτε συνδυάζεται με ένα τμήμα της από λαξευμένους λίθους.